Πέμπτη 23 Αυγούστου 2012

Τα «τρομερά δίχρονα»: ζητήματα εξάρτησης και αυτονομίας.


από την Όλγα Μάντη, MSc εξελικτική & σχολική ψυχολόγο


«Περνάμε τους δώδεκα πρώτους μήνες της ζωής των παιδιών μας μαθαίνοντάς τους να περπατάνε και να μιλάνε, και τους επόμενους δώδεκα λέγοντάς τους να κάτσουν κάτω και να βγάλουν το σκασμό!»
Phyllis Diller


     Η ηλικία  από ενός έως τριών ετών, είναι μια περίοδος εξαιρετικά μεγάλων αλλαγών για το παιδί αλλά και τους γονείς του.  Το παιδί από μικρό μωράκι που ήταν, αρχίζει να αποκτά νέες ικανότητες: περπατάει και αρχίζει να μιλάει. Τα νήπια γύρω στα δύο έτη, που ονομάζονται και «τρομερά δίχρονα» ("terrible twos"), συχνά δυσκολεύουν ιδιαίτερα τους γονείς, εξαιτίας της ολοένα αυξανόμενης διεκδίκησης της αυτονομίας τους αλλά και του έντονου αρνητισμού που χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά τους. Σε αυτή την ηλικία αρχίζουν να λένε «όχι», δοκιμάζοντας τις δυνατότητες τους αλλά και τα όριά του περιβάλλοντος τους. 

     Σε αυτή την φάση, το βασικό ζήτημα κάθε παιδιού είναι ο αποχωρισμός και η εξατομίκευση του. Τα παιδιά αρχίζουν να κάνουν τις πρώτες προσπάθειες ανεξαρτητοποίησης από τους γονείς τους. Σε αυτό συμβάλλουν και οι νεοαποκτηθείσες ικανότητες, όπως το περπάτημα.  Το παιδί επιδιώκει τον αποχωρισμό και την αυτονομία, αλλά παράλληλα αισθάνεται ακόμα εξαρτημένο από τη μητέρα του. Έχει δύο τάσεις: να προσκολληθεί στη μητέρα του, και να εξερευνήσει το περιβάλλον. Πρέπει λοιπόν να βρεθεί ένα είδος ισορροπίας ανάμεσα στα δύο. 

    Ο ρόλος των γονέων είναι εξαιρετικά σημαντικός στην προσπάθεια αυτή, καθώς οι γονείς καλούνται να αποτελέσουν για το παιδί σταθερό σημείο αναφοράς, από το οποίο να μπορεί να απομακρύνεται ώστε να εξερευνά το περιβάλλον του, και  στο οποίο να μπορεί να επιστρέφει για επιβεβαίωση και ενίσχυση σε στιγμές έντασης και κούρασης. Έτσι οι γονείς πρέπει να βρουν μια ισορροπία ανάμεσα στην τάση τους να προστατεύσουν το παιδί  και να το ενθαρρύνουν να είναι αυτόνομο. Καλούνται, δηλαδή, να βοηθήσουν το παιδί να νιώθει ασφαλές, όντας σωματικά και συναισθηματικά διαθέσιμοι και παράλληλα επιτρέποντας του να εξερευνά το περιβάλλον του άφοβα.

    Στη μεταβατική αυτή αναπτυξιακά φάση πραγματοποιούνται πολύ σημαντικές αλλαγές στη σχέση του παιδιού με το γονιό του. Μέσα από τη σχέση αυτή, το παιδί καλείται να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις όποιες δυσκολίες του και να εξελιχθεί σε ένα ξεχωριστό άτομο με δική του προσωπική υπόσταση, να αναπτύξει έναν αληθινό εαυτό. Για να μπορέσει να το επιτύχει αυτό,  χρειάζεται τη στήριξη των γονιών του ώστε να αισθάνεται ασφαλές, να έχει αυτοεκτίμηση και τελικά να μπορεί να αντλεί ικανοποίηση από τον εαυτό του.
    Η διαδικασία της αυτονόμησης, όμως, αφορά ταυτόχρονα το παιδί και τους γονείς. Οι γονείς μπορεί να έρχονται αντιμέτωποι με τη δική τους εξάρτηση από το νήπιο. Σε αυτή την περίοδο καλούνται να επιτρέψουν στον εαυτό τους να αφήσουν από κοντά τους  το παιδί τους, και μπορεί να είναι δύσκολο για έναν γονιό να αποδεχθεί ότι δεν είναι πια απαραίτητος συνεχώς στο παιδί του, αλλά ταυτόχρονα να παραμένει συναισθηματικά διαθέσιμος για  αυτό όταν τον χρειάζεται.