Τετάρτη 1 Αυγούστου 2012

Οι τρεις βασικές διαστάσεις της επικοινωνίας



                                                                 από την Άννα Ιωαννίδου, MSc Σχολική & Εξελικτική Ψυχολόγο

Υπάρχει μια ιδιότητα της συμπεριφοράς που, αν και θεμελιώδης, συχνά παραγνωρίζεται από τους περισσότερους από εμάς: Η συμπεριφορά δεν έχει αντίθετο. 
Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μη συμπεριφορά. Δηλαδή, κανείς δεν μπορεί να μη συμπεριφέρεται. 

Αν, λοιπόν, αποδεχτούμε ότι κάθε συμπεριφορά σε μια κατάσταση αλληλεπίδρασης έχει αξία μηνύματος, δηλαδή είναι επικοινωνία, συνεπάγεται ότι όσο και να προσπαθήσει κανείς, δεν μπορεί να μην επικοινωνεί. Η δραστηριότητα ή η απραξία, τα λόγια ή η σιωπή, έχουν όλα αξία μηνύματος: επηρεάζουν άλλους και αυτοί οι άλλοι με τη σειρά τους δεν μπορούν να μην ανταποκριθούν σε αυτές τις επικοινωνίες και, συνεπώς, επικοινωνούν και οι ίδιοι. Η απλή απουσία συζήτησης ή το να μη δίνουμε σημασία στον άλλο δεν αποτελούν εξαιρέσεις. 
Για παράδειγμα, ο άνθρωπος που τρώει σε ένα εστιατόριο και κοιτάζει κατευθείαν μπροστά του, ο επιβάτης σε ένα τρένο που κάθεται με μάτια κλειστά, επικοινωνούν το ίδιο μήνυμα: ότι δεν θέλουν να μιλήσουν σε κανέναν ούτε να τους μιλήσει κανείς και οι διπλανοί τους συνήθως «παίρνουν το μήνυμα» και ανταποκρίνονται κατάλληλα, αφήνοντάς τους ήσυχους. Αυτό είναι μια ανταλλαγή επικοινωνίας στον ίδιο το βαθμό που είναι και μια ζωηρή συζήτηση!
Επίσης, δεν μπορούμε να πούμε ότι επικοινωνία υπάρχει μόνο όταν είναι ηθελημένη, συνειδητή ή επιτυχής, δηλαδή όταν έχει ως συνέπεια την αμοιβαία κατανόηση. Το αν το μήνυμα που στέλνει κάποιος λαμβάνεται από κάποιον άλλο δεν αποτελεί παράγοντα που καθορίζει τη μη ύπαρξη επικοινωνίας.
Επομένως: Κανείς δεν μπορεί να μην επικοινωνεί ή όλα είναι επικοινωνία.


Επιπλέον, μια επικοινωνία όχι μόνο μεταβιβάζει πληροφορίες, αλλά, ταυτόχρονα, επιβάλλει συμπεριφορά. Δηλαδή, η επικοινωνία έχει δύο λειτουργίες, την πλευρά της «αναφοράς» και την πλευρά της «εντολής». Η πλευρά της «αναφοράς» ενός μηνύματος μεταβιβάζει πληροφορίες και αποτελεί το περιεχόμενο του μηνύματος, δηλαδή τι λέμε. Από την άλλη, η πλευρά της «εντολής» αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να εκληφθεί το μήνυμα και αναφέρεται στη σχέση των ατόμων που επικοινωνούν. Για παράδειγμα, όταν μαθαίνουμε οδήγηση, τα μηνύματα: «Είναι σημαντικό να αφήνεις το συμπλέκτη του αυτοκινήτου σιγά και μαλακά» και «Άφησε απλώς το συμπλέκτη, θα αναπτύξεις αμέσως ταχύτητα» έχουν κατά προσέγγιση το ίδιο πληροφοριακό περιεχόμενο (πλευρά της αναφοράς), ωστόσο, προφανώς και ορίζουν πολύ διαφορετικές σχέσεις μεταξύ των ατόμων που επικοινωνούν. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι σχέσεις σπάνια ορίζονται εσκεμμένα ή με πλήρη επίγνωση. Με λίγα λόγια, όταν οι άνθρωποι επικοινωνούν, σχολιάζουν αναπόφευκτα τη σχέση τους.
Συνεπώς: Κάθε επικοινωνία έχει δύο πλευρές: την πλευρά του περιεχομένου και την πλευρά της σχέσης.

Μια άλλη βασική διάσταση της επικοινωνίας είναι ότι συντελείται ταυτόχρονα σε δύο επίπεδα: το ψηφιακό επίπεδο και το αναλογικό επίπεδο. Το ψηφιακό επίπεδο αφορά το λεκτικό κομμάτι της επικοινωνίας και το αναλογικό επίπεδο συνδέεται με το μη λεκτικό κομμάτι της επικοινωνίας. Το λεκτικό κομμάτι της επικοινωνίας αφορά το τι λέγεται και το αναλογικό/μη-λεκτικό τον τρόπο με τον οποίο λέγεται.
Τι είναι όμως αναλογική επικοινωνία; Η απάντηση είναι απλή: είναι ουσιαστικά κάθε μη λεκτική επικοινωνία. Ωστόσο, ο όρος αυτός είναι παραπλανητικός, επειδή συχνά ταυτίζεται μόνο με τις κινήσεις του σώματος. Ξέρουμε, ωστόσο, όμως ότι στοιχεία όπως, η στάση του σώματος, οι χειρονομίες, η έκφραση του προσώπου, η διαβάθμιση και η ένταση της φωνής, ο ρυθμός της ομιλίας, η σειρά/ακολουθία όσων λέγονται εμπλουτίζουν σημαντικά το περιεχόμενο όσων λέμε εμείς ή ο συνομιλητής μας. Μάλιστα, φαίνεται ότι συχνά η αναλογική επικοινωνία παραπέμπει πιο άμεσα σε αυτό που αντιπροσωπεύει. Αυτό μπορούμε να το καταλάβουμε με το εξής παράδειγμα: Αν ακούσουμε κάποιον να μιλά μια ξένη γλώσσα στο ραδιόφωνο, δεν θα επιτύχουμε την κατανόησή της. Ωστόσο, αν βλέπουμε κάποιον να μιλά μια ξένη γλώσσα, είναι πιθανότερο να μπορέσουμε να αντλήσουμε κάποιες βασικές πληροφορίες από την παρακολούθηση της «αναλογικής» γλώσσας.
Επομένως: Οι άνθρωποι επικοινωνούν ψηφιακά (λεκτικά) & αναλογικά (μη λεκτικά).

Παραπομπές:
Ivey, Gluckstern & Ivey «Συμβουλευτική μέθοδος πρακτικής προσέγγισης» Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα.

Watzlawick, Bavelas & Jackson «Ανθρώπινη επικοινωνία και οι επιδράσεις της στη συμπεριφορά» Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου